ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑΣ

ΔΥΟ ΜΕΡΕΣ ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ 

Δώδεκα χρόνια μετά τη «Ροζέτα («Rosetta») οι αδελφοί Dardenne έρχονται με μία ταινία, με μία καταγγελία για την καταπίεση που βιώνει ο άνθρωπος στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία, για την αβεβαιότητα που ζει ο άνθρωπος κάθε μέρα στον εργασιακό βίο του. Οι «Δύο μέρες, μία νύχτα» («Deuxjours, unenuit»), 2014, βρίσκονται ακριβώς μέσα στο πνεύμα της εποχής, μέσα στο ρεαλισμό, με πολιτική ανάλυση που θα ζήλευε ένας καλός κοινωνιολόγος της εποχής μας.

Μία γυναίκα, η Σάντρα, κινδυνεύει να χάσει τη δουλειά της, το αφεντικό της ή θα δώσει πριμ στους υπαλλήλους ή θα τη διώξει. Όλο το προσωπικό βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα. Σε πρώτη φάση, οι περισσότεροι ψηφίζουν εναντίον της. Η φίλη της, η οποία την υποστηρίζει, την προτρέπει να αγωνιστεί για να τους μεταπείσει. Ο άντρας της την πιέζει. Προσπαθεί και αισθάνεται μεγάλη ψυχολογική πίεση σ’αυτόν τον προσωπικό της αγώνα. Οι συνεχείς επισκέψεις στους συναδέλφους της, η αδιαφορία ορισμένων απ’αυτούς, την κάνουν να καταρρεύσει. Ξυπνά η κατάθλιψη που είχε και προσπαθεί να αυτοκτονήσει, όταν εμφανίζεται μία συνάδελφός της και της αναπτερώνει το ηθικό. Τα καταφέρνει και βγαίνει νικήτρια, με τον τρόπο της.

Η ταινία ξεκινά με χαμηλή ένταση. Η Σάντρα βρίσκεται στην κατάσταση που όλα θέλει να τα παρατήσει. Στη συνέχεια η ένταση αυξάνεται. Έχουμε τον πυρήνα του ψυχικού της κόσμου και τις δυνάμεις που προσπαθούν να τον πλήξουν. Έχουμε επίσης τις τάσεις άμυνας απ’την ίδια και απ’το περιβάλλον της. Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με το παζλ της κοινωνίας του Βελγίου. Μήπως όμως έχει να κάνει και με άλλα μέρη, γεωγραφικά και ιδεολογικά; Η αφήγηση της ταινίας κερδίζει την παγκοσμιότητά της απ’την πρώτη κιόλας στιγμή.

Με μικρά αφηγηματικά φορτία, η αφήγηση αλλάζει τόσο ώστε στο τέλος να είναι εντελώς διαφορετική. Το κέντρο βάρους είναι η Σάντρα, ο ψυχικός της κόσμος είναι η επιφάνεια όπου προβάλλονται όλες οι δράσεις και οι αντιδράσεις, αυτός αλλάζει σταδιακά και αυτή μεταμορφώνεται σε μία ανίσχυρη γυναίκα, σε ένα ερείπιο, δοκιμάζοντας τον έρωτα του άντρα της και τις φιλίες της δυναμώνει και κερδίζει την αυτοπεποίθησή της. Απ΄το μέσο της αφηγηματικής διαδρομής καταλαβαίνουμε ότι το αποτέλεσμα θα είναι αμφίρροπο. Οι σκηνοθέτες μας αφήνουν να παρασυρθούμε σε αυτή τη δύνη και να βιώσουμε την πίεση αυτής της γυναίκας, σα γροθιά στο στομάχι. Όλα μέχρι το τέλος.

Ακριβώς στο τέλος μας περιμένει η έκπληξη. Η Σάντρα θα βγει νικήτρια, ίσως αυτό το είχαμε προβλέψει με τις αποφασιστικές κινήσεις της, στις τελευταίες επαφές της. Αλλά ο θεατής μένει ευχαριστημένος και ικανοποιημένος απ΄το μήνυμα της κοινωνικής συνοχής και της αντίστασης για να μη χάσουμε την αξιοπρέπειά μας, την άμυνά μας απ’όσους θέλουν να πλήξουν και το τελευταίο κοινωνικό κύτταρο, τη φιλία και την οικογένεια. Η Σάντρα κερδίζει και τα δύο και μένει όρθια. Μας γεμίζει με ελπίδα και μας δείχνει ένα δρόμο δράσης και αντίδρασης. Αυτή είναι η δύναμη αυτής της ταινίας και η σπουδαιότητά της ως πολιτικό κείμενο. Αυτό μπορούμε να κρατήσουμε ως όπλο μέσα στην κρίση. Η ταινία έρχεται με δύο βραβεία (Κάννες και Σίδνεϊ), αν αυτό λέει κάτι, και μία σειρά από υποψηφιότητες για βραβεία.

Γιάννης Φραγκούλης

(Για όλο το κείμενο της κριτικής και πληροφορίες για την ταινία πηγαίνετε εδώ)



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved