4ο ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΚΩΔΩΝΟΦΟΡΩΝ

ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

Τo 4ο Ευρωπαϊκό Φεστιβάλ Κωδωνοφορίας, διοργανώνεται για μια ακόμη χρονιά, στο πλαίσιο της δράσης «Δρόμοι του Κουδουνιού» («Bell roads») σε συνεργασία με το Τμήμα Τουρισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Οι εκδηλώσεις του φεστιβάλ θα κορυφωθούν την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017, με μια δυναμική πομπή στο κέντρο της πόλης, με τη συμμετοχή περίπου 1.500 κωδωνοφόρων, χορευτών και μουσικών από την Ελλάδα, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τη Σερβία και με τη συνοδεία 100 οργανοπαιχτών, που θα αναβιώσουν το γνωστό έθιμο.

Η πομπή αναμένεται να ξεκινήσει στις 11.00 το πρωί από τον Λευκό Πύργο με προορισμό το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με την κάθε ομάδα να παρουσιάζει για ένα 10λεπτο το έθιμο στους θεατές. Η εκδήλωση αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 16.00.

ΤΟ ΕΘΙΜΟ

Οι Κουδουνοφόροι είναι ένα δρώμενο, που συνδέεται με την ευφορία της γης, και τελείται την περίοδο της Αποκριάς, με αποκορύφωμα το τριήμερο της Τυρινής και της Καθαρής Δευτέρας.

Έθιμο πανάρχαιο, που τα χαρακτηριστικά του φανερώνουν καθαρά κατάλοιπα των εορτών της Άνοιξης, τα οποία είχαν σχέση με τη γονιμότητα και την καρποφορία της γης. Σύμβολο αυτής της διαδικασίας της φυσικής βλάστησης θεωρείτο ο θεός Διόνυσος.

Θα πρέπει να προσέξουμε ότι έχουμε εδώ την αναπαράσταση του ταύρου. Θα θυμηθούμε ότι ο ταύρος ήταν, από την αρχαία εποχή, μία άλλη παράσταση του ήλιου. Μάλιστα ο ταύρος όπως και ο ήλιος είχαν θεοποιηθεί, έχουν υπερφυσικές δυνάμεις, ανεβαίνει στον ουρανό, αποκορύφωμα αυτής της λατρείας ήταν ο μιθριδατισμός που διήρκεσε για αρκετά χρόνια, ήταν σχεδόν μονοθεϊστική θρησκεία και αντίπαλος, ιδεολογικά, του χριστιανισμού, σε κοντινές γεωγραφικά περιοχές, Παλαιστίνη-Περσία.

Σε αυτό το έθιμο έχουμε το κάλεσμα στο Διόνυσο που με την δύναμή του, σε συνεργασία με τον ταύρο-ήλιο, θα διώξει τις κακές δυνάμεις από τη γη και αυτή θα καρποφορήσει ξανά. Προετοιμάζεται λοιπόν η άνοιξη, η ανάσταση της σχεδόν νεκρής φύσης, το Πάσχα, και εξασφαλίζεται η συνέχεια της ζωής. Είναι λογικό λοιπόν αυτό το έθιμο να απαντιέται σε αγροτικές και ορεινές περιοχές, όχι σε αστικές.

Το καπέλο είναι αυτό που τείνει να φτάσει στον ουρανό, συνδέει, συμβολικά τη γη με τον ουρανό, με σκοπό την καρποφορία. Ο τράγος είναι μία άλλη μορφή που θέλει να εξευμενίσει τα πάθη του ανθρώπου, όπως, για παράδειγμα, στην τραγωδία, η οποία έχει σχέση με τη φορεσιά από τον τράγο. Ο Διόνυσος θα συνεργαστεί με τον Πάνα, τον τραγόμορφο θεό, και τα κουδούνια θα διώξουν τα εχθρικά στοιχεία έτσι ώστε να υπάρξουν οι καλύτερες προϋποθέσεις για την ανάσταση της γης, δηλαδή της Δήμητρας-Περσεφόνης και της Παναγίας. Ας δούμε ένα παράδειγμα.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΣΟΧΟΥ

Από την ημέρα που γεννιούνται, οι κάτοικοι στο Σοχό Θεσσαλονίκης «δένουν» τη ζωή τους με το έθιμο των Κουδουνοφόρων. Μετά τα Θεοφάνια, μπορεί ελεύθερα, όποιος επιθυμεί, να ντυθεί με τη φορεσιά του Κουδουνοφόρου και να σεργιανίσει στους δρόμους και τις πλατείες, χωρίς να χρειαστεί να περιμένει να έρθουν οι ημέρες της Αποκριάς. Έχει παρατηρηθεί ακόμη και τον Αύγουστο νεαροί να φορούν τη στολή από δέρμα τράγου και να γυρίζουν στα μαγαζιά.

Ο Σοχός «ζει και αναπνέει» για το συγκεκριμένο δρώμενο, που μετρά τουλάχιστον 150 χρόνια ζωής στην περιοχή. Η κάθε οικογένεια έχει στην κατοχή της τουλάχιστον δύο με τρεις φορεσιές Κουδουνοφόρου, τις οποίες φροντίζει να διατηρεί σε καλή κατάσταση και να τις παραδίδει από γενιά σε γενιά. Σε κάθε σπίτι υπάρχουν και αμέτρητα κουδούνια, απαραίτητο στοιχείο για την τελική εμφάνιση.

Στη βιοτεχνία του Γιώργου Γρούσκου, στο Σοχό, εδώ και 35 χρόνια, φτιάχνονται οι κεφαλοστολές, τα χρωματικά, κωνικά, καπέλα που φορούν οι Κουδουνοφόροι και εμφανίζονται μπροστά στους επισκέπτες, κατά τη διάρκεια της Αποκριάς. Είναι το μοναδικό εργαστήριο στη Βόρεια Ελλάδα, που ασχολείται με τη δημιουργία του συγκεκριμένου τμήματος της στολής. «Αυτά τα πράγματα δεν γίνονται χωρίς μεράκι και υπομονή. Και φυσικά δεν γίνονται για τα χρήματα. Το μεράκι και η αγάπη γι’ αυτό που κάνω είναι πάνω απ’ όλα και αυτό με κρατάει ακόμη εδώ», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γρούσκος, καθισμένος στη ραπτομηχανή του.

Και ενώ το έθιμο «φουντώνει» το τελευταίο τριήμερο της Αποκριάς, τότε που συρρέουν και οι επισκέπτες στον Σοχό, ο κ. Γρούσκος ξεκινάει τη διαδικασία αρκετούς μήνες νωρίτερα. «Οι διαδικασίες ξεκινούν έξι με εφτά μήνες νωρίτερα, γιατί θα πρέπει να προμηθευτούμε τα ανάλογα υλικά για την κατασκευή των κεφαλοστολών και να είμαστε έτοιμοι να τις παραδώσουμε στους πελάτες. Ένα καλπάκι, όπως λέμε εμείς το συγκεκριμένο καπέλο, μπορεί να χρειαστεί να το δουλέψουμε τέσσερις με πέντε ημέρες, ίσως και παραπάνω», προσθέτει.

Η φορεσιά των Κουδουνοφόρων αποτελείται από τη στολή, παντελόνι και γιλέκο, φτιαγμένα από δέρματα τράγου, τα οποία υποδηλώνουν τον τραγόμορφο θεό Πάνα. Πάνω από τα δέρματα, δένουν στη μέση τη ντουζίνα, τα τέσσερα μεγάλα μπρούτζινα κουδούνια και ένα χάλκινο, πολύ μεγάλο, στο πίσω μέρος του κορμιού. Τα κουδούνια της ντουζίνας δεν είναι τυχαία. Πρέπει να έχουν ειδικό σχήμα και όγκο.

Στη συνέχεια, περνιέται η κόκκινη πλεχτή σάλπα και στο κεφάλι φοριέται το «καλπάκι» που φτιάχνει ο κ. Γρούσκος. Είναι μία προσωπίδα από μάλλινο μαύρο ύφασμα σε κωνικό σχήμα, ενώ στην κορυφή του κρεμιέται μια ουρά από αλεπού. Όλη η επιφάνεια είναι στολισμένη με κορδέλες και φέρει ένα είδος προσωπίδας που καλύπτει το πρόσωπο. Επίσης, είναι κεντημένος ένας σταυρός στο μέτωπο και υπάρχουν τρύπες στο στόμα, στα μάτια και στη μύτη. Ανάμεσα στη μύτη και στο στόμα υπάρχει ένα μεγάλο μουστάκι από ουρά αλόγου.

Εδώ και λίγα χρόνια, στο έθιμο του Κουδουνοφόρου παίρνουν μέρος και αρκετές γυναίκες από το Σοχό, οι οποίες ανακατεύονται στο μπουλούκι με τους άνδρες και τα μικρά παιδιά. Μια ολοκληρωμένη στολή Κουδουνοφόρου κοστίζει περίπου 15.000 ευρώ.

Εκείνο που καθιστά ξεχωριστό το καρναβάλι του Σοχού από άλλες τραγόμορφες μεταμφιέσεις είναι το ερωτικό στοιχείο που επικρατεί. Τα παλαιότερα -κυρίως- χρόνια, οι νέοι ντύνονταν έτσι, γιατί με τον τρόπο αυτό έβρισκαν την ευκαιρία να πλησιάσουν την κοπέλα που αγαπούσαν και να προκαλέσουν το ενδιαφέρον της.

«Το έθιμο είναι μέρος της ζωής των Σοχινών και η φορεσιά αποτελεί προσωπική φροντίδα των κατοίκων. Το έθιμο όχι απλά δεν χάνεται, αλλά φουντώνει. Ο Σοχινός συμμετέχει στη γιορτή αυτή από την ηλικία των δύο ετών έως και τα βαθιά γεράματα», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της δημοτικής κοινότητας Σοχού, Αθανάσιος Λέτσιος.

Βασικό στοιχείο της στολής του Κουδουνοφόρου είναι τα κουδούνια, τα οποία θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένο μέγεθος. Οι κάτοικοι, στην προσπάθειά τους να βρουν κουδούνια παλιάς κοπής, ταξιδεύουν συχνά στον Έβρο και τα Βαλκάνια, αναζητώντας αυτά που θα δώσουν το πιο αρμονικό αποτέλεσμα.

«Οι Σοχινοί θέλουν τα κουδούνια να είναι παλιάς κοπής, ενώ υπάρχουν σήμερα χυτήρια που βγάζουν καινούρια κουδούνια. Ωστόσο, δεν μπορούν να αποδώσουν τον ήχο των παλιών κουδουνιών. Είναι, όμως, τόσο το μεράκι των Σοχινών, που βγαίνουν σε αναζήτηση ακόμη και εκτός συνόρων, ψάχνουν σε όλα τα Βαλκάνια. Ο Σοχός είναι πάμπλουτος όσον αφορά τον αριθμό ντουζινών κουδουνιών», πρόσθεσε ο κ. Λέτσιος

Σύμφωνα με τους κατοίκους του Σοχού, στο χωριό έχουν μετρηθεί περισσότερες από 400 ντουζίνες κουδουνιών, ενώ η αναζήτησή τους συνεχίζεται, καθώς θεωρούν πως χωρίς τα κατάλληλα κουδούνια θα πάψει να υπάρχει και το έθιμο. «Ο καλός ο νοικοκύρης στο Σοχό είναι αυτός που έχει κουδούνια. Όποιος δεν έχει τον λέμε ανοικοκύρευτο», λένε χαρακτηριστικά οι ντόπιοι.

Δες το ρεπορτάζ για τους Κωδωνοφόρους από το Βαμβακόφυτο Σερρών εδώ

Δες το ρεπορτάζ για τους Κωδωνοφόρους από τη Ρουμανία εδώ

Δες το ρεπορτάζ για τους Κωδωνοφόρους από τον Παπαγιάννη Φλώρινας εδώ

Γιάννης Φραγκούλης



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved